Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2013

Διακειμενικότητα Διαπραγματικότητα Μηδενική Διακριτικότητα , και αν γίνω ευγενικός να με πυροβολήσετε.



Όχι για τη ΛόλΑ του πλήθους.
Αυτή είναι εντυπωσιακή 
αλλά 
εγώ καβλώνω με τη Λόλα του πλήθους των φωνών που βακχεύουν μέσα στο κεφάλι της.












ΧΟΡΟΣ
Τρέξτε γρήγορες σκύλες της Λύσσας, 
στο βουνό αμολυθείτε
που χουν σύναξη οι κόρες του Κάδμου!
Με τον οίστρο κεντήστε τις πάνω
στον ντυμένο γυναικεία κατάσκοπο
που 'χει λύσσα να δει τις μαινάδες!
Η μητέρα του πρώτη μακριάθε 
θα τον δει να βιγλίζει από βράχο
γλιστερό για δεντρί, και θα σκούξει 
στις μαινάδες: Ποιός ήρθε εδώ πάνω 
στο βουνό; Ποιός ανέβη εδώ πάνω 
τις Καδμείες βουνοπλάνητες να βρει;
Τάχα ποιά να τον γέννησε; Σπλάχνα 
γυναικός δεν τον βάσταξαν· τέκνο 
καμίας λίοντισσας θα'ναι ή Γοργόνας.
[...]Φανερώσου σαν ταύρος ,ω Βάκχε,
ή καθώς πολυκέφαλο φίδι,
ή λιοντάρι περίφλογο!
Έλα με όψη γελούμενη, ω Βάκχε, 
και στο δίχτυ του θανάτου πιάσε
το σκληρό των βακχών κυνηγάρη,
στο κοπάδι τους μέσα όταν πέσει! 1 





-ΝΑΥΤΕΣ!! Ρίξτε άγκυρα. ΗΡΘΕ Η ΩΡΑ!

- Εγώ Κύριε, εγώ! 

-Εσύ;  έκλπληκτο βλέμμα καπετάνιου. Εξετάζει τον ασθενικό και αδέξιο δόκιμο.

-Ναι, εγώ.

-Μπορείς;

-Μπορώ...

Το φτωχό παιδί αρπάζει την άγκυρα στην αγκαλιά του.
Βάζει όλη του την αγάπη και το πείσμα για τη χαρά της στεριάς και ίσως λιγάκι και για την αγάπη του καπετάνιου - οι υπόλοιποι ναύτες ρωτάνε αν θέλει βοήθεια - καπνίζουν και τρώνε - το παιδί δεν θέλει, δεν έμαθε να ζητιανεύει -παρατηρούμε στιγμές που κοιτάνε το παιδί με μνησικακία  και στιγμές που τους βλέπει και πληγώνεται - σκοτεινιάζει - αρπάζεται από την άγκυρα. Την αγκαλιάζει σα να είναι το κορίτσι του. Εκείνο το ντροπαλό, ξανθόμαλλο κολοκύθι που αποχαιρέτησε στο Μάντσεστε  για να ψαρέψει μπαρμπουνια και πόρνες που ξέρουνε να σου γαμάνε ότι έχεις και δεν έχεις. Αλλά τέτοιοι συνειρμοί δεν πέρασαν ποτέ απ' το μυαλό του  Ναύτη. Ούτε το κορίτσι του. Ήταν απλά μια παρομοίωση. Μην κολλάτε σε λεπτομέρειες γιατί μετά δεν φεύγουν με το πλύσιμο.

Επανα-διατυπώνοντας :
Το φτωχό παιδί αρπάζει την άγκυρα στην αγκαλιά του.
Βάζει όλη του την αγάπη και το πείσμα για τη χαρά της στεριάς και ίσως λιγάκι και για την αγάπη του καπετάνιου - οι υπόλοιποι ναύτες ρωτάνε αν θέλει βοήθεια - καπνίζουν και τρώνε - το παιδί δεν θέλει, δεν έμαθε να ζητιανεύει -παρατηρούμε στιγμές που κοιτάνε το παιδί με μνησικακία  και στιγμές που τους βλέπει και πληγώνεται - σκοτεινιάζει - αρπάζεται από την άγκυρα. Την αγκαλιάζει σφιχτά. Σχεδόν ερωτικά.   {"Σχεδόν" ειρωνικά}   . Και κάποιοι είπαν πως δε σκέφτηκε το κορίτσι του αλλά τον Καπετάνιο με το Νιτσεϊκό μουστάκι.
ϊ
ϊ
ϊ
ϊϊ
Και καθώς αρπάζεται γύρω από την άγκυρα σφιχτά σα να είναι το τελευταίο μπισκότο στο πιάτο με τα μπισκότα, δένει τα χέρια και τα πόδια του γύρω της. Σα να μη θέλει να την αποχωριστεί ποτέ. Τρίβει το σώμα του πάνω στην Άγκυρα.  Τρίβει το μπούτσο του πάνω στην Άγκυρα.  Οι άλλοι ναύτες τον κοιτάζουν αηδιασμένοι. Βγάζουν έξω τις γλώσσες τους και γυρίζουν τα μάτια τους προς πάσα κατεύθυνση εκκρίνοντας υποτιμητικούς ρόγχους και ρουθουνισμούς. Επιτιμώντας την κοινωνική του α-συμμόρφωση και επανα- διατυπώνοντας τη δική τους κοινο-νικη συμ-μόρφωση. Ο Ναύτης, απτόητος και με λίγο σηκωμένη πούτσα, βουτά στη θάλασσα σφιχταγκαλιασμένος με την Άγκυρά του. Βυθίζονται αχώριστοι με πάταγο.
Όλοι τρέχουν ξωπίσω του έντρομοι με τεράστια γουρλωμένα μάτια.
-Το μαλάκα. Άλλα ντ' άλλα κατάλαβε.


"Ήθελα να αγκυροβολήσω αλλά το ψευδο-υποκειμενο της Ενεργητικής Φωνής του Ρήματος στο πρώτο ενικό με μπέρδεψε και το πήρα κυριολεκτικά."

















Ξένη είμαι εγώ, και βάρβαρο τραγούδι

θα πω, τι δε με σκιάζουν πια αλυσίδες. 2
























*οριτζιναλ κείμενο by LOLa































*there is no fokin  '' r ''  in Manchestah.
** ΝΑΙ ΡΕ οι λέξεις πæθάινουν πάθη γίνονται ξαφνικά κύρια ονόματα, προσωποποιούνται, είναι ζωντανές σου λέω ,γαμώ τω Χριστώ,  
                  o           
                   o           
        o         






------------------------------------------------------------------
1. Ευριππίδη, Βάκχες, μτφρ.Παντελής Πρεβελάκης, (Αθήνα: Εταιρεία Σπουδών Σχολής Μωραίτη,1972), 122-124
2.Ευριππίδη, Βάκχες, 125-26

4 σχόλια: